Ο κριτικός λόγος για το έγκλημα, την κοινωνική απόκλιση και τη διαχείρισή τους

Η βασική θέση

Για το blog Κριτική Εγκληματολογία

Η Κριτική Εγκληματολογία αποσκοπεί στην ανάδειξη μια πλατιάς δέσμης κριτικών ή ριζοσπαστικών  θεωρήσεων και απόψεων που δεν διαθέτουν ενιαίο τόπο έκφρασης και κοινοποίησης στη δημόσια κοινωνική γνώμη. Συγχρόνως, τα κείμενα που την οικοδομούν εδράζονται σε κοινωνικο-επιστημονικές μεθόδους και πειθαρχίες ή έχουν κοινωνικο-επιστημονικό ενδιαφέρον. Χωρίς αυτό να σημαίνει και αποδοχή του θετικιστικού στερεότυπου περί της μιας επιστημονικής μεθόδου που όσο πιο κοινότυπη γίνεται τόσο πιο αξιολογικά ουδέτερη εμφανίζεται.   
Οι σκέψεις που κατατίθενται στην Κριτική Εγκληματολογία δεν εκτείνονται σε όλα τα πεδία και όλα τα ζητήματα της σύγχρονης κοινωνίας. Μάλλον, αφορούν στο ποινικό σύστημα – Κοινοβούλιο ως ποινικός νομοθέτης, αστυνομία, δικαστήριο, φυλακή – και των τρόπων που έχει δικτυωθεί στην κοινωνία του 21ου αιώνα, του εύρους, των λόγων και των σημασιών αυτής της δικτύωσης. Και βέβαια, των επιπτώσεων του ποινικού συστήματος στα διάφορα πεδία της κοινωνίας, τις αγορές εργασίας, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίου, την εκπαίδευση, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τη γειτονιά, την κατοικία κοκ., όπως και την κοινωνία ως ενιαίο όλο. 
Η προσοχή της Κριτικής Εγκληματολογίας είναι στραμμένη κατά κύριο λόγο στην κοινωνία στην Ελλάδα του 21ου αιώνα – μια κοινωνία υποκείμενη σε βίαιη αντιδραστική μεταρρύθμιση, που ολοένα και λιγότερο μπορεί να υποστηριχτεί ότι είναι μια ελληνική κοινωνία ή είναι πολιτικο-οικονομικά και πολιτισμικά αναπτυγμένη. Μια εντατικά αφελληνιζόμενη και υπαναπτυσσόμενη κοινωνία με διευρυνόμενο σκοταδισμό, μαζική απαλλοτρίωση δημόσιου πλούτου από ιδιωτικά κεφάλαια, και απαξίωση της ποιοτικής εργασίας, της γνώσης και της αξιοπρεπούς ζωής. Κι όλ` αυτά τόσο νόμιμα ή νομότυπα, με τη συνδρομή του νόμου, όσο και πολύ συχνά καταπατώντας τον προκλητικά χάρη σε ελεγχόμενους νομοθέτες.
Στο συγκεκριμένο το ιστορικό πλαίσιο, το ποινικό σύστημα υποδέχεται (ή υφίσταται) τις ομόλογες αντι-μεταρρυθμίσεις ώστε να συνδράμει το συνολικό καθεστώς στο έργο του. Τέσσερις δε στιγμές εμφανίζονται ως συγκυριακά αδιαμφισβήτητες, τουλάχιστον από την πολυ-οπτική της Κριτικής Εγκληματολογίας. 
Πρώτο,  δεν πρέπει να ξεχνιέται ούτε να υποτιμάται ότι το ποινικό σύστημα μετέχει σ` αυτές τις αντι-μεταρρυθμίσεις. Αντι-μεταρρυθμίζεται το ίδιο στην κατεύθυνση νεοσυντηρητικών ή γνήσια αντιδραστικών προτύπων αλλά και συνδράμει στην πάταξη των όποιων συλλογικών υποκειμενικών αντιδράσεων εκδηλώνονται σε άλλα πεδία της κοινωνικής ζωής από την ευρύτερη προώθηση νεοσυντηρητισμού, νεοφιλελευθερισμού και αποικιοκράτησης. Μάλιστα, χωρίς την συνδρομή του δεν θα ήταν δυνατές η εφαρμογή των επιμέρους αντι-μεταρρυθμίσεων και η συντριβή του πολιτικού ηθικού στοιχείου των υποτελών τάξεων.
Δεύτερο, δεν πρέπει να ξεχνιέται πως αξιόλογο μέρος του προσωπικού που στελεχώνει το ποινικό σύστημα μετέσχε και μετέχει στην αντι-μεταρρύθμιση χωρίς έκδηλες αμφισβητήσεις, ενώ σώματα πραιτωριανών όπως τα σώματα κατάπνιξης συλλογικών κοινωνικών δράσεων μετέχουν με υψηλό και ακμαίο ηθικό. Ανιχνεύεται μια αυξανόμενη κοινωνικο-ψυχική αποστασιοποίηση (των μελών) των σωμάτων ασφαλείας και επιβολής του καθεστώτος, και των κοινωνικών τάξεων υπό απαξίωση ή και διαγραφή ως ιστορικές τάξεις.  Ίσως μπορεί να υποστηριχτεί ότι η διαπίστωση αυτή, με όρους, προϋποθέσεις και συγκεκριμενοποιήσεις που είναι πάντα αναγκαίες για τα θέματα που παραμένουν βάσιμες υποθέσεις, ισχύει και για το συνολικό δικαστικό και δικαιϊκό σύστημα στην Ελλάδα ή σημαντικά μέρη του∙ από τη νομοθέτηση της πλειοψηφίας και τον δικαιϊκό στοχασμό ως το δικαστήριο, το κρατητήριο και τη φυλακή.
Τρίτο, δεν ενδιαφέρεται να μετάσχει στην ενίσχυση της ανασφάλειας των σε κατάσταση μόνιμου εκφοβισμού λαϊκών τάξεων από την (υποτιθέμενη και επιβαλλόμενη ως αυτονόητη) αύξηση της εγκληματικότητας. Αντί της συμμετοχής στην κατασκευή εύκολων στόχων νόμιμης εκτόνωσης και τους σχετικούς πανικούς, υστερίες και συγκινησιακές πανούκλες κατά τον Wilhelm Reich, ορισμένα ερωτήματα: Η εγκληματικότητα τίνος αυξήθηκε; Η δράση τίνος, δράση που προκαλεί συντριπτικές κοινωνιακές βλάβες, αποποινικοποιείται με καταπληκτική ταχύτητα (στο όνομα κάποιου ιδεολογήματος ή μυθεύματος και με τη συνδρομή της καταστολής); Ποιος διαπράττει τις μεγαλύτερες νομιμοποιημένες ή παράνομες απαλλοτριώσεις δημόσιου πλούτου; Ποιος αποφασίζει και διατάσσει τη συνεχιζόμενη απαξίωση της εργασίας και την εξαθλίωση των υποτελών τάξεων;
Τέταρτο, η Κριτική Εγκληματολογία αμφισβητεί την προωθούμενη οικονομιστική και τιμωρητική αναδιοργάνωση της αστυνομίας και των φυλακών. Αν και ενδιαφέρεται για μια κοινωνία που δεν χρειάζεται ποινικό σύστημα, άμεσα τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης των αγροτικών φυλακών αντί των κλασικών μοντέλων εγκλεισμού και τιμώρησης. Και μια διαφορετική αστυνομία, με άλλους ρόλους και στόχους. Πάντως, ας τονιστεί ότι κεντρικό κριτήριο αξιολόγησης των ποινικών, ποινικοδικαιικών, εγκληματολογικών, εγκληματιστικών ή εγκληματιακών θεωρήσεων ή προτάσεων για κοινωνική ή κρατική παρέμβαση είναι το εάν ενισχύουν αντιλήψεις χωρίς ποινικότητα και τιμωρητικότητα, και το εάν οδηγούν σε μια κοινωνία χωρίς ποινικό σύστημα. Η Κριτική Εγκληματολογία δεν είναι εξωπραγματική. Είναι κατανοητό πως για να λάβει χώρα ολοκληρωμένα κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο να έρθει σε συγχρονισμό με άλλες αλλαγές προς ενίσχυση των υποτελών τάξεων, αλλαγές άρσης της υποτέλειας. Αλλαγές στις αγορές, στην πολιτική και οικονομική θέσμιση της δημοκρατίας, αλλαγές με σκοπό τη διαγραφή της ανδροκρατίας σε βάρος των εξαθλιωμένων και τρομοκρατούμενων κατηγοριών γυναικών, αλλαγές με σκοπό την κατάληξη της πολιτισμικής χειραγώγησης.
Είναι δυνατό κάτι τέτοιο; Είναι εφικτό; Ναι. Με ποιους τρόπους; Αυτό είναι ένα σημαντικό πεδίο μελέτης που η Κριτική Εγκληματολογία σκοπεύει να αναδείξει σταδιακά.
Μπορεί πολλά από όσα προηγούνται ή ακολουθούν, ή κάποια σημαντικά μέρη τους, να είναι λαθεμένα, ανεπαρκή ή να απαιτούν επαναστόχευση; Μπορεί. Με την κριτική και τον αναστοχασμό θα τροποποιούνται ανάλογα και αέναα.   
Είναι σ` αυτό το γενικότερο πεδίο ειδικών κοινωνικών προβλημάτων και γενικών κοινωνιακών ζητημάτων που υπάρχουν ορισμένες δέσμες ιδεών και μεθόδων οι οποίες επιχειρείται να διατυπωθούν στη Κριτική Εγκληματολογία.
Η Κριτική Εγκληματολογία δεν ενδιαφέρεται να αποτελέσει χώρο ή ομάδα προβληματισμού με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του ποινικού καθεστώτος ή της προωθούμενης αντι-μεταρρύθμισης γενικότερα. Επίσης, δεν ενδιαφέρεται να παράσχει ιδέες ή εφόδια νομιμοποίησης του ποινικού συστήματος και των εφαρμογών του. Επιχειρεί την ανίχνευση τρόπων άρνησης της αντι-μεταρρύθμισης και της βαρβαρότητας. Με την προσοχή της να είναι κυρίως στραμμένη στα πεδία που το ποινικό σύστημα ελέγχει και επιχειρεί να ελέγξει ολοένα και περισσότερο, συνδράμοντας έτσι την ελεύθερη αγορά εργασίας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην ευρεία δράση καταστολής των υποτελών πληθυσμών.
    Σε ένα υψηλότερο επίπεδο γενίκευσης, η Κριτική Εγκληματολογία φιλοξενεί μια δέσμη από ουτοπίες, από λογικές προτάσεις αναδιοργάνωσης των μορφών κοινωνικού ελέγχου. Με τρόπο που να ενισχύει τις υποτελείς τάξεις στην αντιπαράθεσή τους με την καθεστωτική ηγεμονία του τοπικού και διεθνούς κεφαλαίου, και των πολιτικών και πολιτισμικών ομολόγων του. Να τις ενισχύει σε ένα κρίσιμο και μάλλον υποτιμημένο από τον ταξικό κριτικό λόγο ζήτημα: το ποινικό σύστημα και την επιλεκτική εφαρμογή του πάνω στους υποτελεις ή ευρύτερα τους ηγεμονευόμενους πληθυσμούς. Όπως και στην άρση της χαρακτηριστικής απουσίας του ποινικού συστήματος στον έλεγχο του μεγάλου κεφαλαίου, από το διεθνές τραπεζικό σύστημα και τις ελεγχόμενες τοπικές απολήξεις του ως την τοπική κεφαλαιοκρατία. 
Από ένα πλήθος από τέτοιες, ενδοπραγματικές ουτοπίες που σταδιακά θα αναδύονται στη Κριτική Εγκληματολογία, επιλέγεται η θέση που διατύπωσε ο Steven Box το 1983, όταν τόνισε την ανάγκη για τη δημιουργία ενός ‘δεύτερου μετώπου’: να πάψει ο ταξικός κριτικός λόγος να ασχολείται αποκλειστικά με την άμυνα των υποτελών τάξεων απέναντι στο ποινικό σύστημα, και να στραφεί και στην αξιοποίηση του ποινικού συστήματος ως συστήματος καταστολής ενάντια στην άρχουσα ηγεμονία, οικονομική, πολιτική, πολιτισμική. Σημερα, για την Ελλάδα, η πρόταση του Box δείχνει να έχει μιαν επικαιρότητα ίσως σημαντικότερη από αυτήν που είχε όταν τη διατύπωσε στη Μεγάλη Βρετανία. Ίσως και στην Ελλάδα του 2014 ο ταξικός κριτικός λόγος πρέπει να πάψει να επιδιώκει μόνο τον περιορισμό του ποινικού συστήματος – λιγότερα ποινικά άρθρα, λιγότερη αστυνομία, λιγότερα δικαστήρια, λιγότερες φυλακές, λιγότερες και συντομότερες φυλακίσεις. Αντ` αυτού, πρέπει να στραφεί στο να επιδιώκει άλλα άρθρα, άλλη αστυνομία, άλλα δικαστήρια, άλλες φυλακές, άλλες φυλακίσες. Και βέβαια, όλ` αυτά έχοντας υπόψη πως το ποινικό σύστημα μπορεί – ή μάλλον πρέπει να επιδιώκεται – να εφαρμοστεί και ‘προς τα πάνω’ ή να πάψει να υπάρχει. Η συγκεκριμένη εστίαση φέρνει τον ταξικό κριτικό λόγο μπροστά σε ένα ευρύ πεδίο, μιαν ευρεία ‘γκρίζα ζώνη’ μελέτης: τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και περιβαλλοντικές  κοινωνιακές βλάβες που παραμένουν εκτός ποινικού δικαίου. Πρέπει να μελετηθεί η δυνατότητα άρσης αυτού του καθεστώτος στο οποίο οι ηγεμονικές τάξεις βρίσκονται, θέτουν εαυτόν,  υπεράνω του νομού. 


                 



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου