Ο κριτικός λόγος για το έγκλημα, την κοινωνική απόκλιση και τη διαχείρισή τους

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Μελετάκη, Βασιλική. Παρουσίαση του άρθρου ‘Crime, power and ideological mystification’ (Έγκλημα, δύναμη και ιδεολογική μυστικοποίηση) του Steven Box, 1983




Μελετάκη, Βασιλική. Παρουσίαση του άρθρου Crime, power and ideological mystification (Έγκλημα, δύναμη και ιδεολογική μυστικοποίηση) του Steven Box, 1983
   
   Το πρόβλημα της [κλασικής] εγκληματικότητας οξύνεται συνεχώς με την πάροδο του χρόνου παρά την ανάλογη αύξηση των μέτρων της αστυνομίας και την επικυριαρχία του δόγματος «νόμος και τάξη», με αποτέλεσμα να ανακύπτει η εγκληματικότητα ως εθνικό ζήτημα. Ποιοι ευθύνονται όμως για την αυξανόμενη εγκληματικότητα; Σύμφωνα με τον Steven Box, όπως αναφέρει στο βιβλίο του Crime, power and ideological mystification που εκδόθηκε το 1983 στο Λονδίνο, οι στατιστικές της αστυνομίας συνήθως παρουσιάζουν το εξής προφίλ: άνδρας, νέος, μαύρος, με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, άνεργος κάτοικος σε υποβαθμισμένη γειτονιά του αστυκού κέντρου. Για τους πληθυσμούς με αυτά τα χαρακτηριστικά το δόγμα «νόμος και τάξη» είναι ιδιαίτερα σκληρό προβλέποντας από το σύστημα απονομής ποινικής δικαιοσύνης  είτε άμεση και οξεία απάντηση όπως η θανατική ποινή είτε μακροχρόνια και καταστροφική απάντηση όπως φυλάκιση υπό άθλιες συνθήκες.
   Ο Box θέτει το ερώτημα αν το προφίλ του εγκληματία είναι πράγματι αυτό ή πρόκειται απλώς για προπαγάνδα. Πράγματι, τα καταγραμμένα από τις αστυνομικές αρχές εγκλήματα είναι πιθανότερο να διαπραχθούν από άτομα που αντιστοιχούν στο παραπάνω προφίλ. Οι πράξεις αυτές όμως δεν αποτελούν από μόνες τους το πρόβλημα της εγκληματικότητας, όπως τείνουν να υποστηρίζουν οι αρχές και τα Μέσα Ενημέρωσης. Είναι απλώς ένα μέρος του. «Πριν απομακρυνθούμε γρήγορα από τo μονοπάτι του δόγματος ‘νόμος και τάξη’, ίσως θα ήταν συνετό να εξετάσουμε κατά πόσον ο φόνος, ο βιασμός, η ληστεία, η επίθεση και άλλα εγκλήματα στα οποία εστιάζουν οι κρατικοί αξιωματούχοι, οι πολιτικοί, τα Media και το σύστημα απονομής ποινικής δικαιοσύνης πράγματι αποτελούν το κύριο μέρος του πραγματικού προβλήματος της εγκληματικότητας. Ίσως είναι μόνο ένα πρόβλημα εγκληματικότητας, αλλά δεν είναι το πρόβλημα της εγκληματικότητας. Ίσως ό,τι έχει μπει στην συνείδησή μας ως το πρόβλημα της εγκληματικότητας να είναι στην πραγματικότητα μία ψευδαίσθηση, ένα τρικ με σκοπό να αποσπά τη προσοχή μας μακριά από άλλα ακόμη σοβαρότερα εγκλήματα και θυματοποιημένες συμπεριφορές που αντικειμενικά προκαλούν το μεγαλύτερο μέρος του θανάτου, πληγών και στέρησης που θα μπορούσαν να αποφευχθούν» (“Criminological Perspectives- Essential Readings”, σσ. 272-273).
   Για να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του εγκλήματος και των εγκληματιών, πρέπει να δούμε τα επίσημα στοιχεία κριτικά και, για να γίνει αυτό, έχουμε δύο επιλογές: τον φιλελεύθερο επιστημονισμό και τη ριζοσπαστική ανακλαστικότητα.
 Από τη μία, οι υποστηρικτές του φιλελεύθερου επιστημονισμού δίνουν μεγάλη σημασία στα μη καταγεγραμμένα εγκλήματα και έχουν ως κύρια εργαλεία τις έρευνες (αυτό)-ομολογούμενης ενοχής και έρευνες θυματοποίησης. Μέσα από τις έρευνες αυτές προκύπτει ότι η επίσημη εικόνα των εγκληματιών είναι λανθασμένη. Τα βασικά προβλήματα των επίσημων αρχών είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στην αστυνομία και ότι η γραφειοκρατία της ποινικής δικαιοσύνης στη πράξη χωλαίνει. Ο Box αιτιολογεί το δεύτερο λέγοντας ότι οι εμπλεκόμενες στη ποινική δικαιοσύνη αρχές βασίζονται πολύ στην διακριτική ευχέρεια. «Η διαδικασία της επιβολής του νόμου […] λειτουργεί έτσι, ώστε να αποκρύπτει εγκλήματα των δυνατών εναντίον των αδυνάτων, αλλά και να αποκαλύπτει και να μεγαλοποιεί εγκλήματα των αδυνάτων εναντίον όλων» (ο. π., σ. 274). Η λύση που προτείνει ο φιλελεύθερος επιστημονισμός γι’ αυτό είναι η ελάττωση της διακριτικής ευχέρειας και του στιγματισμού.
   Από την άλλη, οι υποστηρικτές της ριζοσπαστικής αντανακλαστικότητας μας στρέφουν τη προσοχή στη κοινωνική κατασκευή των κατηγοριών του ποινικού νόμου και κάνουν λόγο για «επιδέξιους εγκληματολογικούς ορισμούς» (ο. π., σ. 275). Ο Box αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι κατηγορίες του ποινικού νόμου είναι ιδεολογικές κατασκευές (Sumner, 1976) […], επιδέξιες, δημιουργικές κατασκευές σχεδιασμένες έτσι ώστε να εγκληματοποιούνται μόνο κάποιες συμπεριφορές θυματοποίησης, συνήθως αυτές που διαπράττονται συχνότερα από σχετικά αδύναμους και να εξαιρεί άλλες, που συνήθως διαπράττονται από δυνατότερους εναντίον υφισταμένων. [..] Είναι  ιδεολογικές αντανακλάσεις των ενδιαφερόντων συγκεκριμένων ισχυρών ομάδων. Ως εκ τούτου, οι κατηγορίες του ποινικού νόμου είναι πηγές, εργαλεία, όργανα σχεδιασμένα και έπειτα χρησιμοποιούμενα για να εγκληματοποιήσουν, από-ηθικοποιήσουν, αχρηστεύσουν, σπάσουν και, μερικές φορές, να εξουδετερώσουν αυτούς τους προβληματικούς πληθυσμούς που οι δυνατοί τους αντιλαμβάνονται ως πιθανές ή πραγματικές απειλές στην υπάρχουσα νομή δύναμης, πλούτου και προνομίων. Αποτελούν έναν, και μόνο έναν από τους τρόπους με τους οποίους ασκείται ο κοινωνικός έλεγχος  επί των υφιστάμενων κοινωνικών ομάδων που όμως ‘αντιστέκονται’» (ο. π., σσ. 275-6).
   Ωστόσο, αυτό το επιχείρημα παραβλέπει το γεγονός ότι πέρα από νόμους που υπηρετούν συμφέροντα συγκεκριμένων ομάδων, το ποινικό δίκαιο δεν παύει να περιέχει νόμους που εξυπηρετούν το σύνολο της κοινωνίας.  Βέβαια, ως εγκλήματα δεν νοούνται όλες οι διαστάσεις και μορφές μίας πράξης, αλλά μόνο κάποιες από αυτές. Επί παραδείγματι, «το ποινικό δίκαιο περιλαμβάνει και αντανακλά την πρέπουσα στάση μας εναντίον ‘δολοφονικών’ πράξεων τρομοκρατίας από άτομα που είναι συνήθως θύματα εκμετάλλευσης ή υποδουλωμένα. Αλλά δεν είχε καμία σχέση και οι φύλακές του είχαν σωπάσει 10 χρόνια πριν, όταν βόμβες, με την ευχή των ΗΠΑ και των συμμαχικών χωρών, έπεφταν σαν βροχή σε γυναίκες και παιδιά στη Καμπότζη (Shawcross, 1979), ή, όταν οι ίδιες κυβερνήσεις βοηθούν και υποστηρίζουν άλλα πολιτικά/στρατιωτικά καθεστώτα να εξασκούν μαζική τρομοκρατία και σχεδόν γενοκτονία εναντίον υποταγμένων ανθρώπων (Chomsky & Herman, 1979a, 1979b). Το ποινικό δίκαιο, με άλλα λόγια, καταδικάζει την εισαγωγή δολοφονικών τρομοκρατικών ενεργειών συνήθως εναντίον δυνατών ατόμων ή στρατηγικών φορέων, αλλά σιωπά όταν κυβερνήσεις εξάγουν ή υποστηρίζουν πράξεις θανατηφόρες συνήθως εναντίον των φτωχών των τρίτων χωρών που θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Φυσικά, υπάρχουν και εξαιρέσεις- Η ρωσική εισβολή στο Αφγανιστάν ήταν παραβίαση του διεθνούς δικαίου και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Μπορεί και να ήταν, αλλά τι γίνεται σχετικά με την εμπλοκή των Δυτικών χωρών στο Βιετνάμ, Λάος, Καμπότζη, Χιλή, Ελ Σαλβαδόρ, Νικαράγουα, Σουέζ και Βόρεια Ιρλανδία; Δεν θα έπρεπε έστω να έχουν συζητηθεί στο ίδιο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας; Και αν όχι, γιατί όχι (ο. π., σσ. 278-9) ;» Συνεπώς, το ποινικό δίκαιο παρέχει προστασία σε όλους, αλλά άνισα. Είναι «μία πηγή που χρησιμοποιείται για να τιμωρήσει και να αποτρέψει πραγματικούς και πιθανούς αντιρρησίες και με τον τρόπο αυτό βοηθάει στη προστασία της κατεστημένης κοινωνικής τάξης πραγμάτων. […] 
   Ουσιαστικά, οι ορισμοί του σοβαρού εγκλήματος είναι ιδεολογικές κατασκευές. […] Αναφέρονται μόνο σε υποκατηγορία των συμπεριφορών αυτών που είναι πιο πιθανό να διαπραχθεί από νέους άνδρες με ελλιπή μόρφωση που συχνά είναι άνεργοι, ζουν σε υποβαθμισμένες γειτονιές και συνήθως ανήκουν σε εθνική μειονότητα. Έγκλημα και εγκληματοποίηση είναι, λοιπόν, στρατηγικές κοινωνικού ελέγχου.  Αυτά:
1.       Καθιστούν πιο πιθανό τους μη προνομιούχους και αδύναμους να συλληφθούν, καταδικαστούν και να φυλακιστούν […]
2.      Δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι η ‘επικίνδυνη’ τάξη βρίσκεται κυρίως στη βάση διάφορων ιεραρχιών με τις οποίες ‘μετριόμαστε’, όπως το επαγγελματικό κύρος, επίπεδο εισοδήματος, θέση στη στεγαστική αγορά, εκπαιδευτικές επιτυχίες, φυλετικά χαρακτηριστικά. Σε αυτή την ψευδαίσθηση συγχωνεύονται η φτώχεια και η εγκληματική ροπή, και γίνονται αντιληπτά και τα δύο ως επιπτώσεις νοητικής κατωτερότητας, άρα καθίσταται η ‘επικίνδυνη’ τάξη να αξίζει και φτώχεια και τιμωρία. […] (ο. π., σσ. 279-281).
   Εν κατακλείδι, το συμπέρασμα του Steve Box είναι ότι το κράτος αποκρύπτει πολλά στοιχεία σχετικά με το έγκλημα και οι πολίτες δεν το αντιλαμβάνονται, παρά χειραγωγούνται από τις επίσημες πηγές. «Υπάρχουν πολλά παραπάνω σε σχέση με το έγκλημα και τους εγκληματίες, από αυτά που το κράτος αποκαλύπτει. Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να το δουν» (ο. π., σσ. 281). Χρειάζεται κριτική ματιά, ώστε να αναγνωριστούν τα εγκλήματα που διαπράττονται από τις ισχυρές τάξεις.

Άρθρο “Crime, power and ideological mystification” του Steve Box από το βιβλίο “Criminological Perspectives- Essential Readings” 2nd edition, επιμέλεια: Eugene McLaughlin, John Muncie και Gordon Hughes, SAGE publications, 2003, Λονδίνο. Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα από το ομώνυμο βιβλίο του Box.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου