Ο κριτικός λόγος για το έγκλημα, την κοινωνική απόκλιση και τη διαχείρισή τους

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Χριστόφορος Γεωργόπουλος. Πρωταρχική συσσώρευση και νεοφιλελεύθερη ολοκλήρωση. Πρώτο Mέρος.




Χριστόφορος Γεωργόπουλος. Πρωταρχική συσσώρευση και νεοφιλελεύθερη ολοκλήρωση. Πρώτο Mέρος.

Η Έννοια της Πρωταρχικής Συσσώρευσης

     Η έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης αναλύεται από τον Karl Marx στο όγδοο μέρος του Πρώτου Τόμου του «Κεφαλαίου»[1]. Σύμφωνα με την κρατούσα ερμηνεία, δηλώνει την ιστορική διαδικασία που γεννά τις προϋποθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και επιφέρει τον διαχωρισμό των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής. Ως συσσώρευση νοείται η μετατροπή μέρους της υπεραξίας σε κεφάλαιο, με σκοπό την άντληση νέας, μεγαλύτερης υπεραξίας, η οποία με την σειρά της θα αποφέρει νέο, μεγαλύτερο κέρδος, για να μετατραπεί εκ νέου κατά ένα ποσοστό σε κεφάλαιο κοκ. Εφόσον η συσσώρευση προϋποθέτει υπεραξία, και η υπεραξία κεφαλαιοκρατική παραγωγή, είναι αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί ο διαφαινόμενος φαύλος κύκλος, να εισάγουμε την έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης, μίας συσσώρευσης που προηγείται της κεφαλαιοκρατικής και δεν αποτέλεσμα αλλά αφετηρία του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.
     Η έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης, όπως κάθε μαρξική έννοια, αποτέλεσε αντικείμενο ποικίλων και διαφορετικών ερμηνειών. Εντοπίζουμε σχετικώς δύο βασικά ερμηνευτικά πλαίσια. Το πρώτο, με βασικότερο εκπρόσωπο τον Λένιν, εκλαμβάνει την πρωταρχική συσσώρευση ως ιστορικό όρο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και εστιάζει στο χρονικά ορισμένο σημείο διαχωρισμού των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής. Πρόκειται για την προσέγγιση της «ιστορικής πρωταρχικής συσσώρευσης», αφού υποδηλώνει μία διαδικασία ιστορικά και χρονικά εντοπισμένη. Με την εν λόγω άποψη συντάσσονται, παρά τις επιμέρους θεωρητικές τους διαμάχες, οι Maurice Dobb και Paul Sweezy.
     Το δεύτερο πλαίσιο, με επιφανέστερη εκπρόσωπο την Ρόζα Λούξεμπουργκ, τονίζει το στοιχείο της συνέχειας και του διαρκούς χαρακτήρα του φαινομένου και απαντάται ως «εγγενής πρωταρχική συσσώρευση». Για την Λούξεμπουργκ, η πρωταρχική συσσώρευση, νοούμενη ως η λεηλασία των περιοχών όπου δεν έχει ακόμη επικρατήσει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, δεν είναι κάτι που συνέβη άπαξ, στις απαρχές του καπιταλισμού, αλλά μία διαδικασία συνεχής, διαρκής, εγγενής στο καπιταλιστικό σύστημα. Η ίδια θεωρούσε πως ένα κλειστό, αμιγώς καπιταλιστικό σύστημα, αποτελούμενο εξ’ ολοκλήρου από καπιταλιστές και εργάτες, ήταν αδύνατο να υπάρξει, αφού οι καπιταλιστές, ως τάξη, δεν θα μπορούσαν να αποκομίσουν περαιτέρω κέρδη. Για αυτό και η ανάλυση περιλαμβάνει ενδιάμεσα κοινωνικά στρώματα, όπως ελεύθεροι επαγγελματίες, κληρικοί, διανοούμενοι. Στην αέναη προσπάθεια του κεφαλαίου να επεκταθεί σε μη καπιταλιστικές περιοχές, εντόπιζε η Λούξεμπουργκ την εγγενή αδυναμία του καπιταλισμού, εκείνη που προετοίμαζε το έδαφος για την αυτοκαταστροφή του. Όταν το κεφάλαιο αναπόφευκτα οδηγηθεί σε κατάληψη όλων των μη καπιταλιστικών μορφών παραγωγής, θα οδηγηθούμε σε έναν καπιταλισμό όπου θα υπάρχουν μόνο κεφαλαιοκράτες και προλετάριοι. Τότε θα καταστεί αδύνατη η περαιτέρω πρωταρχική συσσώρευση και οι εργάτες νομοτελειακά θα εξεγερθούν. Στην εν λόγω προσέγγιση φαίνεται να κλίνει και ο Samir Amin, μέσω αυτού που ονομάζει «μεταφορά της αξίας εντός της παγκόσμιας οικονομίας». Εξάλλου, και ο Perelman διατυπώνει την άποψη πως η πρωταρχική συσσώρευση μόνο «πρωταρχική» δεν ήταν και πως διαχρονικό φαινόμενο των καπιταλιστικών συστημάτων.
     Η πρωταρχική συσσώρευση εμφανίζεται άμεσα συνυφασμένη με την έννοια της «περίφραξης». Η περίφραξη συνιστά τον κατ’ εξοχήν τρόπο υλοποίησης της πρωταρχικής συσσώρευσης. Υποδηλώνει την διαδικασία με την οποία ένα αγαθό που αποτελεί συλλογική κτήση μετατρέπεται σε κρατική ή ατομική ιδιοκτησία. Με άλλα λόγια, κάθε φορά που κάποιοι, δια της βίας, περιφράσσουν κοινοτικές κτήσεις και τις μετατρέπουν σε ιδιοκτησία, εμφανίζεται πρωταρχική συσσώρευση με το εργαλείο των περιφράξεων.
     Όσοι υιοθετούν την προαναφερθείσα λενινιστική προσέγγιση δέχονται πως περιφράξεις πραγματοποιήθηκαν μία και μοναδική φορά. Αναπόφευκτα, η έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης περιορίζεται στο αγροτικό παράδειγμα του 17ου και 18ου αιώνα. Δηλώνει την εκδίωξη των αγροτών από την γη τους και την βίαιη εξώθησή τους προς τα αστικά κέντρα. Εκατομμύρια άνθρωποι αποκόπτονται από τα μέσα παραγωγής και διαβίωσης, με συνέπεια την δημιουργία ενός νέου, ευκολότερα εκμεταλλεύσιμου εργατικού δυναμικού. Ανατρέχει δε στην εποχή όπου εκδίδονται αυστηροί νόμοι περί επαιτείας και αλητείας, με στόχο την προσαρμογή των μέχρι πρότινος αγροτών στους κανόνες της εργατικής πειθαρχίας στο εργοστάσιο.
     Για όποιον ωστόσο συντάσσεται με την προσέγγιση της εγγενούς πρωταρχικής συσσώρευσης της Λούξεμπουργκ, το παράδειγμα της απαλλοτρίωσης του αγρότη από την γη του δεν συνιστά παρά μία μόνο εκδοχή του φαινομένου- ένα φαινόμενο που εμφανίζει διαφορετικές αποχρώσεις σε διαφορετικές χώρες. Η δε περίφραξη δεν περιορίζεται στο προφανές παράδειγμα του συρματοπλέγματος, ως διάρρηξης της επαφής του ανθρώπου με την φύση. Μπορεί η απόσπαση των κατοίκων αγροτικών περιοχών από τα μέσα επιβίωσης τους να έθεσε τις βάσεις ανάπτυξης του καπιταλισμού, αφού εξώθησε τους πληθυσμούς αυτούς να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη για να επιβιώσουν. Όμως οι περιφράξεις που ακολούθησαν επεκτάθηκαν σε τομείς που οι πρώιμοι κεφαλαιοκράτες δεν θα μπορούσαν να διανοηθούν. Πράγματι, ο σύγχρονος καπιταλισμός εκτείνεται πλέον σε πεδία της καθημερινότητας και του φυσικού περιβάλλοντος τα οποία μέχρι πρότινος δεν λειτουργούσαν με κριτήρια αγοράς. Οι πρόσφατες περιφράξεις αποτελούν συστατικό στοιχείο του νεοφιλελευθερισμού, ως του νέου ρεύματος στην ιστορική πορεία του καπιταλισμού, που εμφανίζεται από το 1970 και έπειτα, συνεπεία των «χρόνιων προβλημάτων υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου», κατά την διατύπωση του David Harvey.
     Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι, ως προς την μέθοδο υλοποίησης, η πρωταρχική συσσώρευση εμφανίζει ποικίλες εκφάνσεις. Παραδοσιακά λαμβάνει την μορφή της αποικιοκρατίας, με την καταλήστευση των αδύναμων και την λεηλασία του φυσικού τους πλούτου. Σήμερα, το πολυεθνικό κεφάλαιο, οι τράπεζες και η γραφειοκρατία των Βρυξελλών καθιερώνουν νέες μορφές πρωταρχικής συσσώρευσης. Εδώ εντάσσονται οι επενδυτικές απάτες, η αφαίρεση περιουσιακών στοιχείων των πολιτών μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών εταιριών, η αύξηση του επιπέδου των εθνικών χρεών που υπάγει ολόκληρους πληθυσμούς σε κατάσταση δουλοπαροικίας. Συνοδεύεται δε από διαρκή υποβάθμιση της εργασίας, κατάργηση κοινωνικών επιδομάτων, υψηλή φορολόγηση για τους κοινωνικά αδύναμους, καταπάτηση κοινωνικών και εργασιακών κεκτημένων.
     Γνωρίζουμε πως οι ιδιωτικοποιήσεις, μαζί με τις περικοπές κοινωνικών δαπανών και την απορρύθμιση προστατευτικών, ιδίως εργασιακών, κανόνων συνιστούν το ιερό τρίπτυχο του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Διευκρινίζουμε ωστόσο πως η συντελούμενη μέσω της περίφραξης πρωταρχική συσσώρευση δεν ταυτίζεται με την ιδιωτικοποίηση. Πρόκειται για έννοια ευρύτερη και χρονικά προηγούμενη. Με την περίφραξη χάνεται ο κοινοτικός έλεγχος σε κάτι που μέχρι εκείνη την στιγμή ήταν διαθέσιμο και προσιτό σε κάθε άνθρωπο. Πιθανή ιδιωτικοποίηση συντελείται και εκ των υστέρων και συνιστά αλλαγή ιδιοκτήτη σε κάτι που έχει ήδη περιφραχθεί.
    Στην ανάλυση που ακολουθεί θα εξετάσουμε ορισμένες περιπτώσεις πρωταρχικής συσσώρευσης στην σύγχρονη Ελλάδα. Ειδικότερα, θα αναφερθούμε στις περιπτώσεις του αιγιαλού, του νερού, της απαξίωσης της εργασίας και της εν γένει υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου.

-Η Περίπτωση του Αιγιαλού και της Παραλίας.
     Η πλέον χαρακτηριστική και επίκαιρη περίπτωση πρωταρχικής συσσώρευσης, όπως ορίσαμε την οικονομικοποίηση δημόσιου πλούτου και την επέκταση του κεφαλαίου σε τομείς μέχρι πρότινος αμόλυντους από την καπιταλιστική εκμετάλλευση, αντικατοπτρίζεται στο παράδειγμα του αιγιαλού και της παραλίας. Η νεοφιλελεύθερη ολοκλήρωση της μνημονιακής Ελλάδας θα παρέμενε ημιτελής χωρίς την εκποίηση της πλέον ιδιαίτερης πτυχής του φυσικού πλούτου της χώρας μας. Τονίσαμε πως ο σύγχρονος καπιταλισμός, θρασύς, βίαιος και ληστρικός όσο ποτέ, δεν διστάζει να λεηλατήσει κάτι που λίγα χρόνια νωρίτερα θα ήταν αδιανόητο να θεωρηθεί ιδιοκτησία. Δεν πρόκειται συνεπώς να υποχωρήσει ενόψει του υφιστάμενου, προστατευτικού του αιγιαλού, πλαισίου. Η ανάλυση που ακολουθεί χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, παραθέτουμε το υπάρχον νομικό πλαίσιο, για να καταδείξουμε πως νεοφιλελεύθερη ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός συνεπάγονται κατάργηση και των θεμελιωδών εκείνων παραδοχών του αστικού νομικού οικοδομήματος. Στο δεύτερο, πραγματοποιούμε συγκεκριμένες αναφορές στο πρόσφατο νομοσχέδιο, ασκούμε κριτική στις διατάξεις του και αναλύουμε τις συνέπειες εφαρμογής του για τον φυσικό πλούτο της χώρας μας.
Α. Με τον νόμο-σταθμό 2971/2001 («Αιγιαλός, Παραλία και άλλες διατάξεις»), ο αιγιαλός και η παραλία κατοχυρώνονται ως πράγματα κοινόχρηστα, που ανήκουν κατά κυριότητα στο δημόσιο. Το τελευταίο υποχρεούται να τα προστατεύει και να τα διαχειρίζεται. Η διαιώνιση του οικοσυστήματος των εν λόγω ζωνών είναι επίσης ευθύνη του κράτους, που οφείλει να εξασφαλίζει την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση των πολιτών σε αυτές. Ο νόμος 2971/2001 ήρθε να επαναλάβει την πρόβλεψη του προισχύσαντος βασικού νομοθετήματος 2344/1940, που επίσης όριζε τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του αιγιαλού.
     Εξάλλου, σύμφωνα το άρθρο 24 του Συντάγματος, «η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός». Εδώ εισάγεται η αρχή της «αειφορίας» ή «αειφόρου ανάπτυξης», η οποία δεσμεύει την εκάστοτε πολιτική εξουσία να διαχειρίζεται τον φυσικό πλούτο της χώρας με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη και ολόπλευρη απόλαυση του από τις επόμενες γενιές. Οποιαδήποτε πώληση, παρακαταθήκη, δέσμευση υπό όρους, αποτελεί ευθεία παραβίαση της σχετικής διάταξης. Προσθέτουμε τα άρθρα 5 παρ. 1 του Συντάγματος και 57 του Αστικού Κώδικα, τα οποία εντάσσουν την απόλαυση του αιγιαλού και της παραλίας, ως κοινόχρηστων πραγμάτων, στα σχετικά με την προσωπικότητα δικαιώματα. Κατά συνέπεια, κάθε παρακώλυση ως προς την άσκηση τους γεννά αξίωση για άρση της προσβολής, παράλειψη αυτής στο μέλλον, αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Τέλος, ο αιγιαλός περιλαμβάνεται στην ενδεικτική απαρίθμηση του άρθρου 967 του Αστικού Κώδικα («πλατείες, αιγιαλοί, λιμάνια κλπ») και κατοχυρώνεται ως πράγμα κοινόχρηστο. Εντάσσεται δε στην δημόσια κτήση και τίθεται εκτός συναλλαγής.
     Το εθνικό νομικό προστατευτικό πλαίσιο βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με το ευρωπαϊκό. Με την οδηγία 413/2002 της Ε.Ε. «σχετικά με την εφαρμογή στην Ευρώπη της ολοκληρωμένης διαχείρισης της παράκτιων ζωνών» τα κράτη- μέλη ενθαρρύνονται να υιοθετήσουν την κατάλληλη στρατηγική για τον σχεδιασμό και την διαχείριση των παράκτιων ζωνών τους. Ένας τέτοιος σχεδιασμός βασίζεται στην προστασία του παράκτιου περιβάλλοντος, την διαχείριση των φυσικών πόρων με βάση την «αρχή της αειφορίας», παροχή κατάλληλων και προσιτών στο κοινό εκτάσεων για απόλαυση των παραλιών.
     Είχε προηγηθεί η οδηγία 42/2001 της Ε.Ε. «σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων», ενσωματωμένη στην ελληνική έννομη τάξη με την υπουργική απόφαση 107017/2006, η οποία επιβάλλει να εκτιμώνται και να σταθμίζονται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις κάθε σχεδίου και προγράμματος, εθνικού, περιφερειακού, νομαρχιακού ή τοπικού χαρακτήρα, εφόσον αυτό βρίσκεται στο στάδιο σχεδιασμού και προγραμματισμού.
     Η προστασία του αιγιαλού ολοκληρώνεται μέσα από την πάγια ελληνική νομολογία. Μία σειρά αποφάσεων του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου έρχεται να κατοχυρώσει με τρόπο ρητό και αναμφισβήτητο την ανεπιφύλακτη προτεραιότητα που η πολιτεία οφείλει να θέσει ως προς την προστασία του αιγιαλού και την εξασφάλιση της ανεμπόδιστης απόλαυσης του από τους πολίτες. Με την απόφαση 3346/1999 του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) απαγορεύεται κάθε ενέργεια που παρακωλύει την κατά προορισμό χρήση των χώρων αυτών, δηλαδή την ελεύθερη και ανεμπόδιστη επίσκεψη, παραμονή, διέλευση και κολύμβηση. Η 1500/2000 ΣτΕ τονίζει πως τα χαρακτηρισθέντα ως ευπαθή παράκτια οικοσυστήματα χρήζουν αυξημένης προστασίας. Η 4611/2004 ΣτΕ υπογραμμίζει πως η διαχείριση των παράκτιων οικοσυστημάτων ασκείται με αποκλειστικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Τέλος, οι 1508/2003 και 165/2009 ΣτΕ επαναλαμβάνουν τα περί κοινόχρηστου χαρακτήρα του αιγιαλού.

Β. Διαθέτοντας πλέον μία σαφή εικόνα της προστασίας που απολαμβάνει ο αιγιαλός εντός υφιστάμενου (αστικού) νομικού οικοδομήματος, θα κατανοήσουμε την έκταση της αυθαιρεσίας που επιστράτευσε η νεοφιλελεύθερη ελληνική κυβέρνηση για να καταργήσει, πάντα στο όνομα της ανάπτυξης και του δημοσίου συμφέροντος, κάθε σχετική προστατευτική διάταξη.
     Ο προαναφερθείς νόμος 2971/2001 χαρακτηρίσθηκε από τον κ. Στουρνάρα ως γραφειοκρατικός και αναποτελεσματικός, με πρόσχημα τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις του (νομοι 3057/2002, 3105/2003, 3270/2004, 3851/2010, 3978/2011, 3986/2011). Η ανάγκη να αξιοποιηθεί η μεγάλη οικονομική σημασία της παράκτιας ζώνης και να αναδειχθούν οι τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης που αυτή παρέχει, οδήγησε στο πρόσφατο σχέδιο νόμου με τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Οριοθέτηση, διαχείριση και προστασία αιγιαλού και παραλίας».
     Το όσα προβλέπονται στο νομοσχέδιο ξεπερνούν και τις πλέον αισιόδοξες εκτιμήσεις ενός φανατικού οπαδού του νεοφιλελεύθερου δόγματος: ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση δικαιωμάτων, παραμερισμός του κρατικού παράγοντα, απαξίωση της αυτοδιοίκησης, νομιμοποίηση καταπατήσεων και αυθαιρέτων εφόσον προέρχονται από επιχειρήσεις, λεηλασία και οικονομικοποίηση του φυσικού πλούτου. Η εγγενής πρωταρχική συσσώρευση στην ιδανική της εφαρμογή: ένας μέχρι πρότινος αμόλυντος από το κεφάλαιο φυσικός χώρος, ένα πεδίο όπου η οικονομική εκμετάλλευση έμοιαζε αδιανόητη μετατρέπεται αυτοστιγμεί σε λεία των ιδιωτικών συμφερόντων. Οι Friedman και Hayek θα ήταν πράγματι περήφανοι για το ελληνικό παράδειγμα νεοφιλελεύθερης ολοκλήρωσης.
     Ας δούμε όμως τι σημαίνει για την ελληνική κυβέρνηση «ανάπτυξη και απελευθέρωση των οικονομικών δυνατοτήτων της παράκτιας ζώνης». Σε ευθεία παραβίαση των άρθρων 4 και 25 του Συντάγματος, το άρθρο 2 του νομοσχεδίου ορίζει ότι «αφαιρείται η κατά προτεραιότητα προστασία των οικοσυστημάτων». Παράλληλα, εξαιρείται από τον ορισμό όχθεων και παρόχθεων ζωνών μεγάλος αριθμός λιμνών και ποταμών της χώρας. Το άρθρο 11 επιτρέπει, χωρίς κανένα περιορισμό, την παραχώρηση τμημάτων αιγιαλού και κοινόχρηστης παραλίας σε πρόσωπα που εκμεταλλεύονται όμορες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, κατασκηνώσεις και τμήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Αξίζει να σημειωθεί πως οι επιχειρήσεις δεν περιορίζονται ως προς την έκταση του αιγιαλού που δύνανται να καταλάβουν, αφού το προισχύσαν μέγιστο μήκος εκμετάλλευσης (50 μέτρα) καταργείται. Κατά συνέπεια, η πλήρης κατάργηση της δωρεάν πρόσβασης πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Ξενοδοχειακές μονάδες και κερδοσκοπικές επιχειρήσεις θα κατασκευάζονται πάνω στον αιγιαλό, με αποτέλεσμα την τσιμεντοποίηση των ακτών και την καταστροφή του περιβάλλοντος των παράκτιων ζωνών. Και προσθέτει πως η πρόσβαση του κοινού στις παραχωρούμενες εκτάσεις δεν είναι δεδομένη αλλά παρέχεται κατόπιν στάθμισης συμφερόντων. Τα κριτήρια και ο τρόπος στάθμισης παραμένουν απροσδιόριστα. Εύκολα ωστόσο μπορούμε να αναλογιστούμε την κατάληξη μίας ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων ανάμεσα στα οικονομικά επιχειρηματικά οφέλη και το δικαίωμα του κοινού να απολαύσει ανεμπόδιστα τον αιγιαλό.
     Όσον αφορά τις ληστρικές ορέξεις του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, το άρθρο 10 δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης: «Στις παραχωρούμενες εκτάσεις μπορεί να περιλαμβάνονται κηρυγμένοι αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία, ιστορικοί τόποι, προστατευόμενες περιβαλλοντικές περιοχές, τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ή ευπαθή οικοσυστήματα, με σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων υπουργείων». Με άλλα λόγια, η εκτελεστική εξουσία, εκείνη που αποφάσισε την οικονομικοποίηση δημόσιου πλούτου και την εκποίηση δημοσίων αγαθών, θα είναι η μόνη αρμόδια να αναχαιτίσει την λεηλασία των πλέον ευαίσθητων φυσικών περιοχών από το κεφάλαιο.
     Συμπερασματικά, ανατρέπεται ένας τρόπος κοινωνικής συμβίωσης και συλλογικής αναψυχής και εμποδίζεται η απρόσκοπτη κοινωνική πρόσβαση σε κοινόχρηστα αγαθά. Ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για την άνευ όρων εκμετάλλευση των παραλιακών χώρων από ιδιωτικά συμφέροντα. Νομιμοποίηση αυθαιρέτων, παραλίες με εισιτήριο, ξαπλώστρες και beach bar είναι ο τρόπος να απελευθερωθούν οι τεράστιες δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης που παρέχει η παράκτια ζώνη. Σημειώνουμε πως το νομοσχέδιο που θα καταστρέψει οριστικά την ελληνική ακτογραμμή εντάσσεται και αυτό στις μνημονιακές δεσμεύσεις Σαμαρά, όπως βεβαιώνει ο Siim Kallas, Επίτροπος Οικονομικών της Κομισιόν και αντικαταστάτης του Όλι Ρεν.
     Ενόψει των ανωτέρω, η διαμορφωθείσα κατάσταση για τις ελληνικές παραλίες έχει ως εξής: 31.049.568 τμ τελούν υπό πώληση. Πωλητήριο, μεταξύ άλλων, έχει μπει στον τύμβο των Σαλαμινομάχων και στο Castello Bibelli της Ρόδου, το οποίο διαφημίζεται από το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) ως ακίνητο με ιδιαίτερη πολιτισμική αξία. Το ΤΑΙΠΕΔ λειτουργεί εν προκειμένω ως άλλο λονδρέζικο property ή real estate. Στην λίστα περιλαμβάνονται Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Αχαΐα, Νάξος, Ηλεία, Κως, Σάμος, Χαλκιδική, Εύβοια, Σύρος, Άνδρος, Νάξος. Σημειώνουμε πως έχουν ήδη εκποιηθεί, τσιμεντοποιηθεί και εμπορευματοποιηθεί 6.500 στρέμματα του Παλαιού Αεροδρομίου του Ελληνικού, της παραλίας του Αγίου Κοσμά και ολόκληρης της χερσονήσου της Βουλιαγμένης. Έξαλλου, τα νεοφιλελεύθερα αναπτυξιακά σχέδια περιλαμβάνουν όλες τις παραλίες από τον Πειραιά μέχρι τα Μέγαρα.
     Όσον αφορά τέλος το πιθανό εμπόδιο των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), αυτό παρακάμπτεται οριστικά. Η Επιτροπή Καθορισμού Ακτογραμμών του άρθρου 4 συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με τα μέλη της να εξαρτώνται άμεσα από την εκάστοτε κυβέρνηση. Εξάλλου, το άρθρο 10 προβλέπει ρητά πως ο αρμόδιος υπουργός, χωρίς έγκριση από ΟΤΑ, μπορεί ελεύθερα να παραχωρεί εκτάσεις, ακόμη και αν σε αυτές περιλαμβάνονται «κηρυγμένοι αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία, τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ή ευπαθή οικοσυστήματα». Κοντολογίς, ολόκληρος ο φυσικός πλούτος και η περιβαλλοντική ισορροπία της χώρας βρίσκονται έρμαιο στα χέρια της εκτελεστικής εξουσίας, της ίδιας εξουσίας που δεν δίστασε να καταλύσει το Σύνταγμα και κάθε κανόνα αστικής νομιμότητας, για να επιβάλλει την σωτηρία των μνημονίων. Βρίσκονται έρμαιο στα χέρια των ίδιων ανθρώπων που βαφτίζουν ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό την διάλυση της ελληνικής κοινωνίας, την επιστροφή των εργασιακών συνθηκών σε συνθήκες μεσαίωνα, την επαναφορά των χουντικών πράξεων νομοθετικού περιεχομένου- των ίδιων ανθρώπων που θεωρούν επίτευγμα άξιο αναφοράς την χρεοκοπία χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την υπαγωγή ενός ολόκληρου λαού σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας, την διαβίωση ενός 80% των νοικοκυριών χωρίς θέρμανση, την επανεμφάνιση στα σχολεία των κατοχικών συσσιτίων.
     Και αν η τύχη των παραλιών μας μοιάζει προδιαγεγραμμένη ενόψει των ιερών στόχων της μείωσης του κράτους και της νεοφιλελεύθερης ολοκλήρωσης, το πολυτιμότερο και απολύτως αναγκαίο συστατικό της ανθρώπινης, και όχι μόνον, ζωής δεν βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα.
……………………..


[1] Ο Adam Smith είχε προηγουμένως χρησιμοποιήσει τον όρο “previous accumulation”, εκλαμβάνοντας την «συσσώρευση αποθεμάτων» ως προϋπόθεση για τον καταμερισμό εργασίας. Η «απαλλοτριωτική συσσώρευση» του David Harvey, ενός εκ των κορυφαίων σύγχρονων μαρξιστών και μελετητών του νεοφιλελευθερισμού, είναι επίσης όρος συγγενής με την «πρωταρχική συσσώρευση».   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου